aburrirse - ορισμός. Τι είναι το aburrirse
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι aburrirse - ορισμός


aburrirse      
Palabras Relacionadas
Aburrimiento         
El aburrimiento es un estado reactivo de la emoción que interpreta la condición de su ambiente como tedioso debido a los estímulos repetitivos, inexistentes o tediosos. El aburrimiento se deriva de la falta de cosas interesantes para ver, escuchar o hacer (física o intelectualmente) cuando se está en el estado de ánimo de «no querer no hacer nada o no tener ganas de No hacer algo».
aburrido      
part. pas.
Participio de aburrir.
adj.
Que aburre o cansa.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για aburrirse
1. P. ¿Qué hace para no aburrirse durante las concentraciones?
2. Años en los que aburrirse era un lujo, o una banalidad.
3. No hay cómo aburrirse con ella: el remedio natural para una tediosa tarde de domingo.
4. Y tampoco teme aburrirse diseñando nuevos juegos pese a haber creado un simulador que transforma al jugador en Dios.
5. Basta que se lo traslade al tema del cine para que empiece a impacientarse y a aburrirse.
Τι είναι aburrirse - ορισμός